Greek Meaning of recalcitrance
απειθαρχία
Other Greek words related to απειθαρχία
- πρόκληση
- ανυπακοή
- Ασεβεια
- δυσκολία
- εξέγερση
- ανταρσία
- αυθαιρεσία
- αντίθεση
- ανυπακοή
- Απείθεια
- θόρυβος
- ανθυγία
- αγένεια
- Εμμονή
- αναρχία
- κακοτροπία
- Μη συνεργασία
- παραξενιά
- μπόζο
- Πολιτική ανυπακοή
- επιμονή
- θράσος
- Αγενεια
- Θράσος
- απροσεξία
- απρονοησία
- Θράσσος
- σκανταλιά
- σκανταλιά
- πείσμα
- Επιμονή
- ευερεθιστότητα
- επιμονή
- διαστροφή
- Πεισματικότητα
- Αυτοθέληση
- επιμονή
- επιμονή, εμμονή
- αγνωμοσύνη
- πείσμα
- πεισματικότητα
Nearest Words of recalcitrance
Definitions and Meaning of recalcitrance in English
recalcitrance (n)
the trait of being unmanageable
FAQs About the word recalcitrance
απειθαρχία
the trait of being unmanageable
πρόκληση,ανυπακοή,Ασεβεια,δυσκολία,εξέγερση,ανταρσία,αυθαιρεσία,αντίθεση,ανυπακοή,Απείθεια
ευγένεια,ευκολία ,φιλικότητα,συμμόρφωση,υπακοή,υποβολή,υπαγωγή,υποταγή,προσαρμοστικότητα,σεβασμός
recadency => ύφεση, rec room => Δωμάτιο αναψυχής, rebutting => διάψευση, rebutter => διάψευση, rebutted => διαψεύστηκε,