Greek Meaning of obstreperousness

θόρυβος

Other Greek words related to θόρυβος

Definitions and Meaning of obstreperousness in English

Wordnet

obstreperousness (n)

noisy defiance

FAQs About the word obstreperousness

θόρυβος

noisy defiance

πρόκληση,Ασεβεια,εξέγερση,ανταρσία,αυθαιρεσία,μπόζο,Πολιτική ανυπακοή,αντίθεση,ανυπακοή,ανυπακοή

ευγένεια,φιλικότητα,συμμόρφωση,υπακοή,υποβολή,υποταγή,υπαγωγή,προσαρμοστικότητα,ευκολία ,σεβασμός

obstreperously => θορυβωδώς, obstreperous => Θορυβώδης, obstipation => Δυσκοιλιότητα, obstipate => επίμονος, obstination => πείσμα,