Greek Meaning of rapidity
ταχύτητα
Other Greek words related to ταχύτητα
Nearest Words of rapidity
- rapid-firing => Ταχείας βολής
- rapid-fire mount => Ταχεία-φωτιά στήριγμα
- rapid-fire => Ραγδαία φωτιά
- rapid transit => αστική συγκοινωνία
- rapid growth => ταχεία ανάπτυξη
- rapid eye movement sleep => Υπνος ταχείας κίνησης των ματιών
- rapid eye movement => γρήγορες κινήσεις ματιών
- rapid climb => ταχεία ανάβαση
- rapid city => Ράπιντ Σίτι
- rapid => γρήγορος
Definitions and Meaning of rapidity in English
rapidity (n)
a rate that is rapid
rapidity (n.)
The quality or state of being rapid; swiftness; celerity; velocity; as, the rapidity of a current; rapidity of speech; rapidity of growth or improvement.
FAQs About the word rapidity
ταχύτητα
a rate that is rapidThe quality or state of being rapid; swiftness; celerity; velocity; as, the rapidity of a current; rapidity of speech; rapidity of growth or
ταχύτητα,ταχύτητα,επιτάχυνση,ταχύτητα,ταχύτητα,ταχύτητα,σπεύδω,βιάσου,ρυθμός,ταχύτητα
λήθαργος,βραδύτητα,νωθρότητα,Σκοπιμότητα,συζήτηση,νωθρότητα,Λήθαργος,απροθυμία,νωθρότητα,λήθαργος
rapid-firing => Ταχείας βολής, rapid-fire mount => Ταχεία-φωτιά στήριγμα, rapid-fire => Ραγδαία φωτιά, rapid transit => αστική συγκοινωνία, rapid growth => ταχεία ανάπτυξη,