Greek Meaning of rigorousness
αυστηρότητα
Other Greek words related to αυστηρότητα
- βαρύτητα
- σκληρότητα
- σκληρότητα
- Ακαμψία
- ακαμψία
- ακαμψία
- Αυστηρότητα
- αυστηρότητα
- αυστηρότητα
- αυστηρότητα
- ασκητισμός
- λιτότητα
- Αδιαφορία
- Αποφασιστικότητα
- μελαγχολία
- ακρίβεια
- Στερεότητα
- αγριότητα
- Σκληροκαρδία
- αμείλικτη συμπεριφορά
- μοναχισμός
- πείσμα
- πεισματικότητα
- Επιμονή
- ανηλεής
- αποφασίζω
- σταθερότητα
- Εμμονή
Nearest Words of rigorousness
Definitions and Meaning of rigorousness in English
rigorousness (n)
something hard to endure
excessive sternness
FAQs About the word rigorousness
αυστηρότητα
something hard to endure, excessive sternness
βαρύτητα,σκληρότητα,σκληρότητα,Ακαμψία,ακαμψία,ακαμψία,Αυστηρότητα,αυστηρότητα,αυστηρότητα,αυστηρότητα
ευελιξία,ευγένεια,υπομονή,απαλότητα,τρυφερότητα,ανεκτικότητα,συμμόρφωση,ανεκτικότητα,επιείκεια,καλοσύνη
rigorously => αυστηρά, rigorous => αυστηρός, rigorist => αυστηρός, rigorism => ριγορισμός, rigor mortis => Νεκρική ακαμψία,