Greek Meaning of specialness
ιδιαιτερότητα
Other Greek words related to ιδιαιτερότητα
- επιλογή
- αριστεία
- αριστεία
- εκλεκτότητα
- εξαιρετικότητα
- μεγαλείο
- μεγαλείο
- σημασία
- θαύμα
- τελειότητα
- υπεροχή
- Υπεροχή
- Ανωτερότητα
- εξαιρετικότητα
- υπέροχοτητα
- θαυμαστό
- πρώτος αριθμός
- μεγαλοπρέπεια
- υπεροχή
- υπερθετικότητα
- Υπεροχή
- συνέπεια
- διάκριση
- ἀναμάρτητος
- Ανεπίληπτος
- καλοσύνη
- αμεμψία
- αξιοσημείωτο
- τελειότητα
- Αξία
- αξίζει
- εξαιρετικότητα
- πρωτοτυπία
- sterlingness
- έλλειψη
- ανεπάρκεια
- ανεπάρκεια
- ανεπάρκεια
- απαράδεκτοτητα
- δυσαρέσκεια
Nearest Words of specialness
Definitions and Meaning of specialness in English
specialness (n)
a distinguishing trait
the quality of being particular and pertaining to a specific case or instance
FAQs About the word specialness
ιδιαιτερότητα
a distinguishing trait, the quality of being particular and pertaining to a specific case or instance
επιλογή,αριστεία,αριστεία,εκλεκτότητα,εξαιρετικότητα,μεγαλείο,μεγαλείο,σημασία,θαύμα,τελειότητα
μετριότητα,Συνήθεια,Δικαιοσύνη,μετριότητα,κανονικότητα,κοινότητα,τυπικότητα,αποδεκτότητα,επάρκεια,κοινοτοπία
specially => ειδικά, specializer => ειδικός, specialized => ειδικευμένος, specialize => ειδικεύομαι, specialization => ειδίκευση,