Greek Meaning of commonplaceness
κοινοτοπία
Other Greek words related to κοινοτοπία
- επιλογή
- συνέπεια
- διάκριση
- αριστεία
- αριστεία
- εκλεκτότητα
- εξαιρετικότητα
- μεγαλείο
- μεγαλείο
- σημασία
- θαύμα
- τελειότητα
- υπεροχή
- ιδιαιτερότητα
- Υπεροχή
- Ανωτερότητα
- εξαιρετικότητα
- εξαιρετικότητα
- υπέροχοτητα
- θαυμαστό
- πρώτος αριθμός
- μεγαλοπρέπεια
- υπεροχή
- υπερθετικότητα
- Υπεροχή
- έλλειψη
- ἀναμάρτητος
- Ανεπίληπτος
- καλοσύνη
- αμεμψία
- ανεπάρκεια
- ανεπάρκεια
- ανεπάρκεια
- αξιοσημείωτο
- τελειότητα
- απαράδεκτοτητα
- Αξία
- αξίζει
- πρωτοτυπία
- sterlingness
- δυσαρέσκεια
Nearest Words of commonplaceness
- commons => κοινοί πόροι
- commonsense => κοινός νους
- commonsensible => λογικός
- commonsensical => λογικός
- commonweal => κοινό καλό
- commonwealth => Κοινοπολιτεία
- commonwealth country => Χώρα της Κοινοπολιτείας
- commonwealth day => Ημέρα της Κοινοπολιτείας
- commonwealth of australia => Η Αυστραλιανή Κοινοπολιτεία
- commonwealth of dominica => Κοινοπολιτεία της Δομινίκας
Definitions and Meaning of commonplaceness in English
commonplaceness (n)
ordinariness as a consequence of being frequent and commonplace
FAQs About the word commonplaceness
κοινοτοπία
ordinariness as a consequence of being frequent and commonplace
Συνήθεια,καθημερινότητα,Δικαιοσύνη,μετριότητα,Καθημερινότητα,καθημερινότητα,κανονικότητα,κοινότητα,τυπικότητα,συνηθισμός
επιλογή,συνέπεια,διάκριση,αριστεία,αριστεία,εκλεκτότητα,εξαιρετικότητα,μεγαλείο,μεγαλείο,σημασία
commonplace book => Σημειωματάριο, commonplace => συνηθισμένος, commonness => Συνήθεια, commonly => συνήθως, common-law marriage => Σύμφωνο συμβίωσης,