Greek Meaning of splendidness
μεγαλοπρέπεια
Other Greek words related to μεγαλοπρέπεια
- Λάμψη
- κομψότητα
- δόξα
- μεγαλοπρέπεια
- μεγαλειότης
- υπέροχος
- δόξα
- ομορφιά
- μεγαλείο
- μεγαλείο
- θαύμα
- ευγένεια
- ευγένεια
- λαμπρότητα
- λαμπρότητα
- Μεγαλοπρέπεια
- συναρπαστικότητα
- υψηλότητα
- υπεροχή
- μεγαλειότητα
- φοβερότητα
- αξιοπρέπεια
- εκτενής
- εξαιρετικότητα
- επιδειξιομανία
- φοβερότητα
- κιτς
- χάρις
- μεγαλοπρέπεια
- σπατάλη
- πολυτέλεια
- χλιδή
- πολυτέλεια
- λαμπρότητα
- διακοσμητικότητα
- Επίδειξη
- πριγκιπικός
- αξιόλογος
- πλούτος
- Επίδειξη
- Μεγαλοπρέπεια
- μεγαλοπρέπεια
- πολυτέλεια
- θαυμασμός
Nearest Words of splendidness
Definitions and Meaning of splendidness in English
splendidness
impressive in beauty, grandeur, or excellence, possessing or displaying splendor, having or showing splendor, marked by showy magnificence, illustrious, grand, shining, brilliant, being out of the ordinary, excellent
FAQs About the word splendidness
μεγαλοπρέπεια
impressive in beauty, grandeur, or excellence, possessing or displaying splendor, having or showing splendor, marked by showy magnificence, illustrious, grand,
Λάμψη,κομψότητα,δόξα,μεγαλοπρέπεια,μεγαλειότης,υπέροχος,δόξα,ομορφιά,μεγαλείο,μεγαλείο
No antonyms found.
splaying => διάταση, splayed => απλωμένος, splashes => πιτσιλιές, spitting up => εμετός, spitting images => Αντίγραφα,