Greek Meaning of commonsensible
λογικός
Other Greek words related to λογικός
- καλός
- σκληρός
- λογικός
- λογικός
- λογικός
- αιτιολογημένος
- ε разумный
- στερεός
- έγκυρος
- πραγματικός
- κοινός νους
- λογικός
- Αξιόπιστος
- στερεός
- ενημερωμένος
- μόνο
- δικαιολογημένη
- πιθανός
- πραγματικός
- νηφάλιος
- ΑΛΗΘΙΝΟΣ
- βέβαιος
- πιστοποιημένο
- πειστικός
- επιβεβαιωμένο
- πειστικός
- ψύχραιμος
- σίγουρα
- επικυρωμένος
- επαληθευμένο
- βάσιμος
- επιβεβαιωμένος
- τεκμηριωμένος
Nearest Words of commonsensible
- commonsensical => λογικός
- commonweal => κοινό καλό
- commonwealth => Κοινοπολιτεία
- commonwealth country => Χώρα της Κοινοπολιτείας
- commonwealth day => Ημέρα της Κοινοπολιτείας
- commonwealth of australia => Η Αυστραλιανή Κοινοπολιτεία
- commonwealth of dominica => Κοινοπολιτεία της Δομινίκας
- commonwealth of independent states => Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών
- commonwealth of nations => Κοινοπολιτεία
- commonwealth of puerto rico => Κοινοπολιτεία του Πουέρτο Ρίκο
Definitions and Meaning of commonsensible in English
commonsensible (s)
exhibiting native good judgment
FAQs About the word commonsensible
λογικός
exhibiting native good judgment
καλός,σκληρός,λογικός,λογικός,λογικός,αιτιολογημένος,ε разумный,στερεός,έγκυρος,πραγματικός
αβάσιμος,παράλογος,άκυρος,παράλογος,μη ορθολογικός,ανοησία,Αβάσιμος,απληροφόρητος,Αδικαιολόγητο,παράλογος
commonsense => κοινός νους, commons => κοινοί πόροι, commonplaceness => κοινοτοπία, commonplace book => Σημειωματάριο, commonplace => συνηθισμένος,