Greek Meaning of uninformed

απληροφόρητος

Other Greek words related to απληροφόρητος

Definitions and Meaning of uninformed in English

Wordnet

uninformed (a)

not informed; lacking in knowledge or information

FAQs About the word uninformed

απληροφόρητος

not informed; lacking in knowledge or information

ανυποψίαστος,εν αγνοία,Άσχετος,στο σκοτάδι,Αναίσθητος,Αμόρφωτος,άθελά του,απρόσεκτος (aprósektos),άθελά του,απών

γνωστός,ενήμερος,συνειδητός,συνειδητός,εξοικειωμένος,προσγειωμένος-η,ενημερωμένος,γνώση,ενσυνείδητος,μορφωμένος

uninformatively => όχι ενημερωτικά, uninformative => Ανημέρωτο, uninfluential => ασήμαντος, uninfluenced => ανεπηρέαστος, uninflected => Ακλίτος,