Greek Meaning of recenter
επανακέντρωση
Other Greek words related to επανακέντρωση
- Σύγχρονο
- τρέχων
- αργά
- τελευταίος
- μοντέρνος
- νέος
- προοδευτικός
- πιο πρόσφατο
- προηγμένος
- ανεπτυγμένη
- εξελιγμένος
- ψηλότερος
- βελτιωμένη
- καινούργιος
- μυθιστόρημα
- τώρα
- σύγχρονος
- Ενημερωμένος
- ηλικιωμένοι
- πολιτισμένος
- υψηλής τεχνολογίας
- μορφωμένος
- βελτιωμένο
- διαφωτισμένος
- μπροστά
- πλήρης
- πλήρης
- πλήρους κλίμακας
- ενήλικας
- υψηλός
- Πρόσθια άκρη
- Ώριμος
- ώριμος
- Mod
- τελειοποιημένος
- πρόωρος
- εκλεπτυσμένος
- ώριμος
- ώριμο
- Διαστημική εποχή
- υπερσύγχρονο
- νέας μόδας
- υπερσύγχρονος
- νωρίς
- εμβρυϊκός
- Πράσινο
- Ανώριμος
- παλιό
- παρελθόν
- άγριος
- αγριος
- Υπανάπτυκτο
- μικρότερο από το κανονικό
- μικροκαμωμένος/η
- Ελλιποβαρής
- Αμόρφωτος
- Άγουρο
- Άγουρο
- προκατακλυσμιαίος
- ξεπερασμένος
- αντίκα
- χρονολογημένος
- βλαστικός
- πολιός
- Χαμηλός
- Χαμηλότερος
- μουχλιασμένο
- Νεάντερταλ
- παρωχημένος
- παλιομοδίτικος
- παλαιάς κοπής
- ξεπερασμένο
- πρωτόγονος
- πρωτόγονος
- πρωταρχικός
- ρουτινικός
- οπισθοδρομικός
- μπαγιάτικος
- Νεάντερταλ
- μη προοδευτικός
- πάσο
- Αγενής
- ανεπτυγμένο
- παλιομοδίτικη
- φθαρμένος
Nearest Words of recenter
Definitions and Meaning of recenter in English
recenter (v. t.)
To center again; to restore to the center.
FAQs About the word recenter
επανακέντρωση
To center again; to restore to the center.
Σύγχρονο,τρέχων,αργά,τελευταίος,μοντέρνος,νέος,προοδευτικός,πιο πρόσφατο,προηγμένος,ανεπτυγμένη
νωρίς,εμβρυϊκός,Πράσινο,Ανώριμος,παλιό,παρελθόν,άγριος,αγριος,Υπανάπτυκτο,μικρότερο από το κανονικό
recent epoch => πρόσφατη εποχή, recent => πρόσφατος, recensionist => κριτικός, recension => Κριτική, recense => απογραφειν,