Greek Meaning of leading edge
Πρόσθια άκρη
Other Greek words related to Πρόσθια άκρη
- νωρίς
- εμβρυϊκός
- Πράσινο
- Ανώριμος
- άγριος
- Υπανάπτυκτο
- μικρότερο από το κανονικό
- μικροκαμωμένος/η
- Ελλιποβαρής
- Αμόρφωτος
- Άγουρο
- Άγουρο
- προκατακλυσμιαίος
- ξεπερασμένος
- αντίκα
- μπαγιάτικος
- βλαστικός
- πολιός
- Χαμηλότερος
- μουχλιασμένο
- παρωχημένος
- παλιό
- παλιομοδίτικος
- παλαιάς κοπής
- ξεπερασμένο
- φθαρμένος
- παρελθόν
- πρωτόγονος
- πρωτόγονος
- πρωταρχικός
- ρουτινικός
- αγριος
- ανεπτυγμένο
- οπισθοδρομικός
- χρονολογημένος
- Χαμηλός
- Νεάντερταλ
- Νεάντερταλ
- μη προοδευτικός
- παλιομοδίτικη
- παρελθόν
- Αγενής
Nearest Words of leading edge
Definitions and Meaning of leading edge in English
leading edge (n)
forward edge of an airfoil
leading edge ()
same as Advancing edge, above.
leading edge
cutting edge, the foremost edge of an airfoil, the forward part of something that moves or seems to move
FAQs About the word leading edge
Πρόσθια άκρη
forward edge of an airfoilsame as Advancing edge, above.cutting edge, the foremost edge of an airfoil, the forward part of something that moves or seems to move
πρωτοπορία,υψηλής τεχνολογίας,Προμετωπίδα,Βαν,πρωτοπορία
νωρίς,εμβρυϊκός,Πράσινο,Ανώριμος,άγριος,Υπανάπτυκτο,μικρότερο από το κανονικό,μικροκαμωμένος/η,Ελλιποβαρής,Αμόρφωτος
leading astray => παραπλανητικός, leading => κορυφαία, lead-in => Εισαγωγή, leadhillite => leadhillίτης, lead-free => άμολυβδος,