Greek Meaning of punily

αδύναμα

Other Greek words related to αδύναμα

Definitions and Meaning of punily in English

Wordnet

punily (r)

in a puny manner

FAQs About the word punily

αδύναμα

in a puny manner

μικρός,μικρός,τσέπη,μικρός,μικροσκοπικός,νάνος,νάνος,καλό,μισή πίντα,έλλειψη

μεγάλος,ογκώδης,σημαντικός,τεράστιος,γιγαντιαίος,γίγαντας,γιγάντιος,καλό,Μεγάλος,μεγάλος, καταπληκτικός

punicaceae => Λυθράρια, punica granatum => Ρόδι, punica => ροδιά, punic war => Πόλεμοι μεταξύ Ρωμαίων και Καρχηδονίων, punic => πουνικός,