FAQs About the word punitively

τιμωρητικός

in a punishing manner

διορθωτικός,Διπλωματικός,ποινική,τιμωρία,πειθαρχικός,πειθαρχών,τιμωρητικός,αντιποίνων,επιτιμητικός,επιτιμώντας

αντισταθμιστικός,μη τιμωρητικός,απαλλακτικός,δικαιωματικός,απαλλακτικό,αθώωση,μετακινήσεις,ανεκτικότητα,απαλλακτικό,απαλλακτικός

punitive damages => Ποινική αποζημίωση, punitive => τιμωρητικός, punishment => τιμωρία, punishingly => τιμωρητικά, punishing => τιμωρητικός,