Greek Meaning of manageability

Ευελιξία

Other Greek words related to Ευελιξία

Definitions and Meaning of manageability in English

Wordnet

manageability (n)

capable of being managed or controlled

Webster

manageability (n.)

The state or quality of being manageable; manageableness.

FAQs About the word manageability

Ευελιξία

capable of being managed or controlledThe state or quality of being manageable; manageableness.

ελεγχόμενο,ευχάριστος,Επιδεκτικός,φιλικός,συμβατός,Συμφωνούσα,περιορισμένος,ευπρεπής,άξιος τιμωρίας,υπάκουος

πεισματάρης,ανεξέλεγκτο,αδιαχειρίστη,Άγρια,κακός,δύστροπος,προκλητικός,ακατάστατη,επίμονος,πεισματάρης

manage => διαχειρίζομαι, manacling => αλυσοδένοντας, manacled => δεμένος με χειροπέδες, manacle => χειροπέδες, manace => απειλή,