Greek Meaning of disciplinable
άξιος τιμωρίας
Other Greek words related to άξιος τιμωρίας
- ευχάριστος
- Επιδεκτικός
- φιλικός
- συμβατός
- Συμφωνούσα
- ελεγχόμενο
- υπάκουος
- υπάκουος
- Κυβερνήσιμος
- διαχειρίσιμο
- διαχειρίσιμος
- υπάκουος
- υποτακτικός
- εξημερώνω
- Διδάξιμος
- χειραγωγίσιμος
- εκπαιδεύσιμος
- συγκαταβατικός
- υπάκουος
- περιορισμένος
- ευπρεπής
- με αυτοπειθαρχία
- φιλότιμος
- ανασταλμένος
- νομοταγής
- προθυμος
- οργανωμένος
- ειρηνικός
- συγκρατημένος
- μαλακός
- υποχωρητικός
- παράδοση
- ευγενικός
- καταπιεσμένος
- συγκρατημένος
- πεισματάρης
- πεισματάρης
- δύστροπος
- ανθεκτικό
- πεισματάρης
- ανεξέλεγκτο
- αδιαχειρίστη
- αμετάπειστος
- Άγρια
- κακός
- δύστροπος
- αντίθετος
- προκλητικός
- ακατάστατη
- επίμονος
- περιπλανώμενος
- πεισματάρης
- πεισματάρης
- αδάμαστος
- σκανταλιάρης
- πεισματάρης
- άτακτος
- διεστραμμένος
- πεισματάρης
- πυρίμαχος
- εσκεμμένος
- εκούσιος
- αυθάδης
- ανυπάκουος
- δυσάρεστος
- ασύμβατος
- απείθαρχος
- Κακός
- μη συμμορφωμένο
- Θορυβώδης
- επαναστάτης
- επαναστατημένος
- ανυπότακτος
- ανήσυχος
- αυθάδης
- Ακυβέρνητος
- άτακτος
- δυσμενής
- ατίθασος
- απείθαρχος
Nearest Words of disciplinable
Definitions and Meaning of disciplinable in English
disciplinable (a.)
Capable of being disciplined or improved by instruction and training.
Liable or deserving to be disciplined; subject to disciplinary punishment; as, a disciplinable offense.
FAQs About the word disciplinable
άξιος τιμωρίας
Capable of being disciplined or improved by instruction and training., Liable or deserving to be disciplined; subject to disciplinary punishment; as, a discipli
ευχάριστος,Επιδεκτικός,φιλικός,συμβατός,Συμφωνούσα,ελεγχόμενο,υπάκουος,υπάκουος,Κυβερνήσιμος,διαχειρίσιμο
πεισματάρης,πεισματάρης,δύστροπος,ανθεκτικό,πεισματάρης,ανεξέλεγκτο,αδιαχειρίστη,αμετάπειστος,Άγρια,κακός
discipless => μαθητές, discipleship => Μαθητεία, disciples of christ => μαθητές του Χριστού, discipled => ο μαθητής, disciple => μαθητής,