Greek Meaning of loury

lori

Other Greek words related to lori

Definitions and Meaning of loury in English

loury

to be or become dark, gloomy, and threatening, to look sullen

FAQs About the word loury

lori

to be or become dark, gloomy, and threatening, to look sullen

Άχρωμο,απελπισμένος,κατσούφης,μονότονο,βαρετό,ζοφερός,χαμήλωμα,απειλητικός,θλιβερός,αρνητικός

φωτεινό,χαρούμενος,χαρούμενος,ελπιδοφόρος,φιλικός,εορταστικός,φιλικός,ομοφυλόφιλος,χαρούμενος,χαρούμενος

louring => απειλητικός, loured => σκοτεινός, lounging (around or about) => χαλαρωμένο (γύρω ή περίπου), lounges => σαλόνια, loungers => ξαπλώστρες,