Greek Meaning of high-flying

άψογος

Other Greek words related to άψογος

Definitions and Meaning of high-flying in English

high-flying

rising to considerable height, marked by extravagance, pretension, or excessive ambition

FAQs About the word high-flying

άψογος

rising to considerable height, marked by extravagance, pretension, or excessive ambition

επιθετικός,φιλόδοξος,φιλόδοξος,διεκδικητικός,επιμελής,οδήγηση,δυναμικός ,επιχειρηματικός,Πεινασμένος,βιαστικός

άφιλος,αδιάφορος ,ανεπίσημος,αδιάφορος,εύκολος,αδιάφορος,αδιάφορος,μη επιθετικός,αναφιλόδοξος,μη διεκδικητικός

highflyers => Υψηλοί πετώντες, highfliers => Αριστούχοι, highest => υψηλότερος, higher-ups => Ανωτεροι, higher learning => ανώτατη εκπαίδευση,