Greek Meaning of self-seeking
εγωιστής
Other Greek words related to εγωιστής
- φιλόδοξος
- φιλόδοξος
- Ενεργητικός
- φιλόδοξος
- δυναμικός
- επιθετικός
- κινούμενη
- φλογερός
- διεκδικητικός
- πρόθυμος
- Ανταγωνιστικός
- αποφασισμένος
- επιμελής
- οδήγηση
- δυναμικός
- πρόθυμος
- επιχειρηματικός
- Γεμάτος ενθουσιασμό και αφοσίωση
- Πεινασμένος
- βιαστικός
- παθιασμένος
- εργατικός
- ζωηρός
- παρακινημένος
- opportunιστικός
- υπερβολικά φιλόδοξος
- επιτηδευμένος
- ωθώντας
- επιθετικός
- αντίπαλος
- Ανταγωνιστικός
- φτωχό
- διεκδικητικός
- ζωηρός
- τολμηρός
- τολμηρός
- ζωηρός
- ανταγωνιστικός
- άψογος
Nearest Words of self-seeking
Definitions and Meaning of self-seeking in English
self-seeking (n)
taking advantage of opportunities without regard for the consequences for others
self-seeking (s)
interested only in yourself
self-seeking (a.)
Seeking one's own interest or happiness; selfish.
self-seeking (n.)
The act or habit of seeking one's own interest or happiness; selfishness.
FAQs About the word self-seeking
εγωιστής
taking advantage of opportunities without regard for the consequences for others, interested only in yourselfSeeking one's own interest or happiness; selfish.,
φιλόδοξος,φιλόδοξος,Ενεργητικός,φιλόδοξος,δυναμικός,επιθετικός,κινούμενη,φλογερός,διεκδικητικός,πρόθυμος
άφιλος,αδιάφορος ,ανεπίσημος,αδιάφορος,αδιάφορος,αδιάφορος,αναφιλόδοξος,αδιάφορος,μη ενθουσιασμένος,αδιάφορος
self-seeker => εγωιστής, self-seeded => αυτοσπόρος, self-sealing => αυτοσφραγιζόμενος, self-satisfying => αυτοϊκανοποιημένος, self-satisfied => αυτάρεσκος,