Greek Meaning of selfsameness

ταυτότητα

Other Greek words related to ταυτότητα

Definitions and Meaning of selfsameness in English

Wordnet

selfsameness (n)

the quality of being identical with itself

FAQs About the word selfsameness

ταυτότητα

the quality of being identical with itself

Ομοιογένεια,ταυτότητα,ενότητα,σύμφωνα με,Ισότητα,ισοδυναμία,Ομοιογένεια,Ομολογία,ταυτότητα,ομοιότητα

αλλοίωση,αλλαγή,διαφορά,διαφωνία,διαφορά,ετερογένεια,ανισότητα,Ανομοιότητα,Τροποποίηση,παραλλαγή

selfsame => ο ίδιος, self-sacrificing => αυτάρεσκος, self-sacrifice => αυτοθυσία, self-rule => Αυτοδιοίκηση, self-rising flour => Αλεύρι που φουσκώνει μόνο του,