Greek Meaning of disparateness

ετερογένεια

Other Greek words related to ετερογένεια

Definitions and Meaning of disparateness in English

Wordnet

disparateness (n)

utter dissimilarity

FAQs About the word disparateness

ετερογένεια

utter dissimilarity

αντίθεση,διαφορά,διάκριση,διακριτότητα,διακριτότητα,ποικιλομορφία,διαφωνία,διαφορά,ανισότητα,Ανομοιότητα

σύμφωνα με,συμφωνία,αναλογία,κοινότητα,ταυτότητα,Ομοιότητα,ομοιότητα,ομοιότητα,ομοιότητα,Αναλογία

disparate => διαφορετικός, disparagingly => υποτιμητικά, disparaging => απαξιωτικός, disparager => απομειώνω, disparagement => απαξίωση,