Greek Meaning of correspondence
αλληλογραφία
Other Greek words related to αλληλογραφία
Nearest Words of correspondence
- correspond => Αντιστοιχεί.
- correlativity => Συσχετισμός
- correlative => συσχετικός
- correlational analysis => Συχετιστική ανάλυση
- correlational => συσχετιστικός
- correlation table => Πίνακας συσχετίσεων
- correlation matrix => Μήτρα συσχέτισης
- correlation coefficient => Συντελεστής συσχέτισης
- correlation => συσχέτιση
- correlated => συσχετισμένα
Definitions and Meaning of correspondence in English
correspondence (n)
communication by the exchange of letters
compatibility of observations
the relation of corresponding in degree or size or amount
(mathematics) an attribute of a shape or relation; exact reflection of form on opposite sides of a dividing line or plane
similarity by virtue of corresponding
FAQs About the word correspondence
αλληλογραφία
communication by the exchange of letters, compatibility of observations, the relation of corresponding in degree or size or amount, (mathematics) an attribute o
ομοιότητα,ομοιότητα,κοινός παρονομαστής,Κοινότητα,ισοδύναμο,παράλληλος,Ομοιότητα,αναλογία,συμβατότητα,ισοδύναμο
διαφορά,διαφορά,Ανομοιότητα,απόκλιση,αλλαγή,παρέκκλιση,ασυμφωνία,Τροποποίηση,παραλλαγή,ασυμφωνία
correspond => Αντιστοιχεί., correlativity => Συσχετισμός, correlative => συσχετικός, correlational analysis => Συχετιστική ανάλυση, correlational => συσχετιστικός,