Greek Meaning of deviance
παρέκκλιση
Other Greek words related to παρέκκλιση
- αντίθεση
- διαφορά
- διαφωνία
- διαφορά
- ανισότητα
- Ανομοιότητα
- ανισότητα
- απόσταση
- διακριτότητα
- διακριτότητα
- απόκλιση
- ποικιλομορφία
- Τροποποίηση
- διακύμανση
- παραλλαγή
- Διαφορισιμότητα
- αλλαγή
- σύγκρουση
- Δικoτομία
- διχόνοια
- Διχόνοια
- ετερογένεια
- διαφωνία
- διαφωνία
- Διαφωνία
- διάκριση
- διχόνοια
- πολυμορφία
- Τριβή
- ασυμφωνία
- ασυμφωνία
- ανισότητα
- Ασυμβατότητα
- ετερότητα
- διαμάχη
- διαφορετικότητα
- μεταβλητότητα
- Διακριτική ικανότητα
- διαφωνία
- Διακριτότητα
- ανωμαλία
- δυσαναλογία
- ανισορροπία
- Ασυμβατότητα
- ασυμφωνία
- μη ισοδυναμία
Nearest Words of deviance
Definitions and Meaning of deviance in English
deviance (n)
a state or condition markedly different from the norm
deviate behavior
FAQs About the word deviance
παρέκκλιση
a state or condition markedly different from the norm, deviate behavior
αντίθεση,διαφορά,διαφωνία,διαφορά,ανισότητα,Ανομοιότητα,ανισότητα,απόσταση,διακριτότητα,διακριτότητα
σύμφωνα με,συμφωνία,αναλογία,κοινότητα,συμμόρφωση,ταυτότητα,Ομοιότητα,ομοιότητα,ομοιότητα,ομοιότητα
devi => δεβί, devexity => καμπυλότητα, devex => devex, devesting => καταστροφικός, devested => απογυμνωμένος,