Greek Meaning of self-rule

Αυτοδιοίκηση

Other Greek words related to Αυτοδιοίκηση

Definitions and Meaning of self-rule in English

Wordnet

self-rule (n)

government of a political unit by its own people

FAQs About the word self-rule

Αυτοδιοίκηση

government of a political unit by its own people

Δημοκρατία,Δημοκρατία,Αυτοδιοίκηση,Αυτονομία,Αυτοδιοίκηση,Καθαρή δημοκρατία,Αυτοδιάθεση,Κυριαρχία

δεσποτισμός,δικτατορία,μοναρχία,Ολοκληρωτισμός,Τυραννία,

self-rising flour => Αλεύρι που φουσκώνει μόνο του, self-righteousness => αυτάρεσκος, self-righteously => επιτηδευμένα, self-righteous => Αυτοδικαιωμαικός, self-reverence => αυτοσεβασμός,