Greek Meaning of higher-ups

Ανωτεροι

Other Greek words related to Ανωτεροι

Definitions and Meaning of higher-ups in English

higher-ups

a superior officer or official

FAQs About the word higher-ups

Ανωτεροι

a superior officer or official

αφεντικά,εργοδηγοί,Προστάται,ηγέτες,δάσκαλοι,διαχειριστές,αρχηγοί,διοικητές,σκηνοθέτες,εργοδότες

No antonyms found.

higher learning => ανώτατη εκπαίδευση, higher laws => ανώτεροι νόμοι, high-end => υψηλού επιπέδου, highbrows => διανοούμενοι, highbrowism => Ελιτιστικός,