Greek Meaning of bigwigs

μεγάλο αφεντικό | μεγάλο ψάρι | χοντρή γάτα

Other Greek words related to μεγάλο αφεντικό | μεγάλο ψάρι | χοντρή γάτα

Definitions and Meaning of bigwigs in English

bigwigs

an important person, big shot

FAQs About the word bigwigs

μεγάλο αφεντικό | μεγάλο ψάρι | χοντρή γάτα

an important person, big shot

βαριά,βαρέων βαρών,μεγιστάνες,μεγιστάνες,,οι βαρόνοι,μεγάλα όπλα,μπιγκ σότς,Μεγάλοι τροχοί,Αφεντικά

κανείς,μηδαμινότητες,Γαρίδα,μηδενικά,μηδενικά,κατώτεροι,ελαφρά βάρη,γαρίδες,Υφιστάμενοι,υφισταμένων

big-timer => Μεγαλοστέλεχος, big-time => Μεγάλο όνομα, big-name => γνωστός, bights => κόλποι, bigheartedly => γενναιόδωρα,