Greek Meaning of whippersnappers
μούλοι
Other Greek words related to μούλοι
- εξοχότητες
- ηγέτες
- μπιγκ σότς
- μεγάλο αφεντικό | μεγάλο ψάρι | χοντρή γάτα
- αρχηγοί
- αριθμοί
- κεφάλια
- μεγιστάνες
- χαρακτήρες
- άστρα
- VIP
- αρχές
- Διασημότητες
- φωστήρες
- κόμματα
- προσωπικότητες
- Μεγάλοι τροχοί
- καχούνας
- πείροι
- υποψήφιοι πελάτες
- ναβάμπ
- διασημότητες
- πλανήτες
- εξουσίες
- κάποιος
- ανώτεροι
- Σούπερ σταρ
- Μεγάλες δυνάμεις
Nearest Words of whippersnappers
Definitions and Meaning of whippersnappers in English
whippersnappers
a diminutive, insignificant, or presumptuous person, a small, unimportant, or overly confident person
FAQs About the word whippersnappers
μούλοι
a diminutive, insignificant, or presumptuous person, a small, unimportant, or overly confident person
νάνοι,κανείς,κώδικες,νάνοι,ελαφρά βάρη,αριθμοί,Γαρίδα,μηδενικά,ένα μισό λίτρο,κατώτεροι
εξοχότητες,ηγέτες,μπιγκ σότς,μεγάλο αφεντικό | μεγάλο ψάρι | χοντρή γάτα,αρχηγοί,αριθμοί,κεφάλια,μεγιστάνες,χαρακτήρες,άστρα
whipped (up) => χτυπημένος, whipcords => Ινίδες, whip (up) => χτυπάω, whinging => γκρίνια, whinges => γκρινιάζει,