Greek Meaning of dilapidating

ετοιμόρροπος

Other Greek words related to ετοιμόρροπος

Definitions and Meaning of dilapidating in English

Webster

dilapidating (p. pr. & vb. n.)

of Dilapidate

FAQs About the word dilapidating

ετοιμόρροπος

of Dilapidate

διεφθαρμένος,σαπισμένο,αποσυνθέτειν,εκφυλιστικός,εξευτελιστικός,Επιδεινούμενος,φθίνων,αποσυντιθέμενος,μείωση προσωπικού,φθίνουσα

βελτιωτικό,Βελτιούμενος,βελτίωση,υπό ανάπτυξη,ενισχυτικό,εμπλουτίζων,ενδυναμωτικός,Ύψος,εντατικοποίηση,βελτιωτικός

dilapidated => ερειπωμένος, dilapidate => καταστρέφω, dilantin => φαινυτοΐνη, dilaniation => καταστροφή, dilaniate => σκίζω,