Greek Meaning of dilapidate
καταστρέφω
Other Greek words related to καταστρέφω
- Διαλύω
- αποσύνθεση
- εκφυλισμένος
- υποβαθμίζω
- επιδεινώνω
- μειώνω
- αποσυντίθεμαι
- μείωση
- μειώνω
- καλουπάς
- σαπίζω
- υποχωρώ
- σάπιος
- μειώνομαι
- μειώνω
- ατροφία
- βλάβη
- εξασθενίζω
- παρακμή
- πτώση
- Εκτόνωση
- κατέρχομαι
- εκχωρείν
- άμπωτης
- μαραζώνω
- λιγώτερο
- μειώνω
- οπισθοχωρώ
- ανάδρομος
- ξινός
- χαλάω
- υπονομεύω
- χειροτερεύει
- κρεμόμαι
- πτώση
- Σημαία
- καθυστέρηση
- Χαμηλότερος
- ερειπωμένος
- κρεμαω
- νιπτήρας
- ολίσθημα
- εξασθενώ
- μαραίνεται
- σπαταλή (μακριά)
Nearest Words of dilapidate
Definitions and Meaning of dilapidate in English
dilapidate (v)
bring into a condition of decay or partial ruin by neglect or misuse
fall into decay or ruin
dilapidate (v. t.)
To bring into a condition of decay or partial ruin, by misuse or through neglect; to destroy the fairness and good condition of; -- said of a building.
To impair by waste and abuse; to squander.
dilapidate (v. i.)
To get out of repair; to fall into partial ruin; to become decayed; as, the church was suffered to dilapidate.
FAQs About the word dilapidate
καταστρέφω
bring into a condition of decay or partial ruin by neglect or misuse, fall into decay or ruinTo bring into a condition of decay or partial ruin, by misuse or th
Διαλύω,αποσύνθεση,εκφυλισμένος,υποβαθμίζω,επιδεινώνω,μειώνω,αποσυντίθεμαι,μείωση,μειώνω,καλουπάς
βελτιώνω,καλύτερος,βελτιώνω,Αναπτύσσω,βελτιώνω,εμπλουτίζω,οχυρώνω,αυξάνω,Εντατικοποιώ,βελτιώνω
dilantin => φαινυτοΐνη, dilaniation => καταστροφή, dilaniate => σκίζω, dilaceration => ακρωτηριασμός, dilacerating => διαπεραστικός,