Greek Meaning of sour
ξινός
Other Greek words related to ξινός
- εξωγήινος
- αποξενώνω
- οργή
- εξοργίζω
- Εξοργισμός
- επιδεινώνω
- ενοχλώ
- εχθρεύω
- ενοχλώ
- αποξενώνω
- απογοητεύω
- απογοητεύω
- διαίρεση
- πικραίνω
- εξοργίζει
- αποξενώνω
- ερεθίζω
- Κόβω
- διαχωρίζω
- χωρισμός
- Σφάλμα
- τρίβω
- απογοητεύω
- απογοήτευση
- αποσυνδέω
- διχάζω
- ερεθίζω
- χολή
- Σχάρα
- Λιβάνι
- φλεγμόνω
- ερεθίζω
- Μάντεν
- τσουκνίδα
- εκνευρίζω
- ερεθίζω
- εξοργίζω
- ανακατεύω
- ξεχωριστό
- διαχωρίζω
- αποσυνδέω
- αποσυνδέω
- εκζεύγνυμι
- ενοχλώ
- Αναφλέγω
Nearest Words of sour
Definitions and Meaning of sour in English
sour (n)
a cocktail made of a liquor (especially whiskey or gin) mixed with lemon or lime juice and sugar
the taste experience when vinegar or lemon juice is taken into the mouth
the property of being acidic
sour (v)
go sour or spoil
make sour or more sour
sour (s)
smelling of fermentation or staleness
one of the four basic taste sensations; like the taste of vinegar or lemons
in an unpalatable state
inaccurate in pitch
showing a brooding ill humor
sour (a)
having a sharp biting taste
FAQs About the word sour
ξινός
a cocktail made of a liquor (especially whiskey or gin) mixed with lemon or lime juice and sugar, the taste experience when vinegar or lemon juice is taken into
εξωγήινος,αποξενώνω,οργή,εξοργίζω,Εξοργισμός,επιδεινώνω,ενοχλώ,εχθρεύω,ενοχλώ,αποξενώνω
συμβιβά,κατευνάζω,κατευνάζω,συμφιλιώνω,αποπλίζω,αγαπώ,γλυκομιλώ,εξευμενίζω,κατευνάζω,εξευμενίζω
soupy => σούπα, soup-strainer => Σουρωτήρι σούπας, soupspoon => κουταλιά της σούπας, soupiness => σούπα, soupfin shark => Σκυλόψαρο,