FAQs About the word diked

με φράγμα

of Dike

περιφραγμένο,κλειστός,περιφραγμένο,οδοφραγμένος,αποκλεισμένος,φραγμένο,Κουρτινόκλειστος,Φρουρούμενος,κλειδωμένο,Θωρακισμένοι (μακριά)

ανοιχτός,επαναλειτουργία,χωρίς εμπόδια,ξεμπλοκαρισμένο,ξεβίδωτος

dike => φράγμα, dik-dik => ντικ-ντικ, dika nut => κάρυο δίκα, dika bread => Μπαμπάς, dijudication => κρίση,