Greek Meaning of de-escalating
εκτόνωσης
Other Greek words related to εκτόνωσης
- φθίνων
- μειώνοντας
- μειούμενου
- συμπιέζοντας
- Κοπή
- εξαντλητικό
- φθίνων
- μείωση προσωπικού
- φθίνουσα
- χαλάρωση
- μείωση
- χαμήλωμα
- κόψιμο
- χτυπάω κάτω
- Ελαχιστοποίηση
- σύντμηση
- συντομεύοντας
- αποκόμματα
- συμπύκνωση
- στενεύον
- σύναψη σύμβασης
- βαθούλωμα
- προσάραξη
- πτώση
- μετριαστικός
- Τροποποίηση
- τροποποιητικός
- εγκοπή
- Ξύσιμο
- Κλάδεμα
- προκριματική
- Απόλυση
- συντόμευση
- συρρίκνωση
- Κοπή
- Κολοβώ
- Ξυλογλυπτική
- καλλιέργεια
- περικοπή
- κόψιμο
- Μείωση
- αποπληθωριστικός
- Μίκρυνση
Nearest Words of de-escalating
Definitions and Meaning of de-escalating in English
de-escalating
to decrease in extent, volume, or scope, limit sense 2b
FAQs About the word de-escalating
εκτόνωσης
to decrease in extent, volume, or scope, limit sense 2b
φθίνων,μειώνοντας,μειούμενου,συμπιέζοντας,Κοπή,εξαντλητικό,φθίνων,μείωση προσωπικού,φθίνουσα,χαλάρωση
ενίσχυση,αυξανόμενος,ενίσχυση,διευρύνων,επεκτεινόμενος,αυξανόμενο,ανατροφή,Οίδημα,κλιμακωτή,υπερβολικός
de-escalated => αποκλιμακωμένο, deerskins => ελαφόδερμα, deepwater => βαθιά νερά, deep-sixing => βύθιση, deep-sixed => Βυθισμένος,