Greek Meaning of aggrandizing

υπερβολικός

Other Greek words related to υπερβολικός

Definitions and Meaning of aggrandizing in English

Webster

aggrandizing (p. pr. & vb. n.)

of Aggrandize

FAQs About the word aggrandizing

υπερβολικός

of Aggrandize

ανυψωτικός,προώθηση,ενίσχυση,αγιοποίηση,θεοποίηση,αξιοπρεπές,ένδοξος,εγκιβωτίζοντας,ενθρόνιση,υψώνω

εξευτελιστικός,απαξιωτικός,ταπεινωτικός,ταπεινωτικό,Ελαχιστοποίηση,ταπεινωτικός,Μειωτικός,καταγγέλλοντας,εξευτελιστικός,απόσβεση

aggrandizer => μεγεθυντής, aggrandizement => μεγέθυνση, aggrandized => μεγαλοποιημένος, aggrandize => μεγαλοποιώ, aggrandization => διεύρυνση,