Greek Meaning of devolving
εξουσιοδοτώντας
Other Greek words related to εξουσιοδοτώντας
- μειούμενη
- εκφυλιστικός
- αφεδρος
- Επιδεινούμενος
- φθίνων
- Επιδεινώνοντας
- που καταρρέει
- σαπισμένο
- αποσυντιθέμενος
- άμπωτης
- πτώση
- παλινδρόμηση
- αναδρομικός
- σάπιος
- βύθιση
- εξασθένιση
- ατροφία
- πάω σε σπόρους
- μειούμενου
- διεφθαρμένος
- εξουθενωτικό
- αποσυνθέτειν
- εξευτελιστικός
- ετοιμόρροπος
- μείωση προσωπικού
- κρεμάμενος
- φθίνουσα
- αποτυχημένος
- χαλαρούσε
- καθυστερημένο
- μαραζώνων
- μείωση
- χαμήλωμα
- σάπιος
- υποχωρούσα
- μειώνοντας
- χαλαρός
- ολίσθηση
- ξίνισμα
- κακομαθαίνω
- φθίνουσα
- αναλύοντας
- εκτόνωσης
- πάω στην κατσαρόλα
- Πάω για σπόρους
- σαπίζω
- τρέχω προς τα κάτω
- απονομευτικά
- Μαρασμός (μακριά)
Nearest Words of devolving
Definitions and Meaning of devolving in English
devolving (p. pr. & vb. n.)
of Devolve
FAQs About the word devolving
εξουσιοδοτώντας
of Devolve
μειούμενη,εκφυλιστικός,αφεδρος,Επιδεινούμενος,φθίνων,Επιδεινώνοντας,που καταρρέει,σαπισμένο,αποσυντιθέμενος,άμπωτης
βελτιωτικό,Βελτιούμενος,προελαύνοντας,βελτίωση,υπό ανάπτυξη,ενισχυτικό,εμπλουτίζων,ενδυναμωτικός,Ύψος,εντατικοποίηση
devolvement => αποκέντρωση, devolved => αποκεντρωμένος, devolve on => ανατίθεται σε, devolve => εκχωρείν, devolution => αποκέντρωση,