Greek Meaning of moldering

σάπιος

Other Greek words related to σάπιος

Definitions and Meaning of moldering in English

Webster

moldering (p. pr. & vb. n.)

of Moulder

FAQs About the word moldering

σάπιος

of Moulder

σαπισμένο,αποσυνθέτειν,μούχλιασμενος,μουχλιασμένος,σαπρός,σάπιος,Μολυσμένος,διαβρωμένο,θρυμματισμένος,εκφυλισμένος

φρέσκος,καλός,συντηρημένο,αμόλυντος,γλυκό,αδιάσπαστος,αλώβητος (-η, -ο),αμόλυντος,ανέγγιχτος,αμόλυντος

moldered => μουχλιασμένο, molder => καλουπάς, molded salad => Ζελεδάτη σαλάτα, molded => χυτός, moldboard plow => άροτρο με υνί,