Greek Meaning of augmented
Ενισχυμένο
Other Greek words related to Ενισχυμένο
- επιταχυνόμενος
- ενισχυμένο
- επεκταθεί
- αυξημένος
- μεγαλοποιημένος
- ενισχυμένοι
- κατασκευασμένος
- σύνθετος
- βελτιωμένο
- διευρυμένο
- διευρυμένο
- εντατικοποιημένος
- πολλαπλασιασμένο
- γεμάτος
- ανυψωμένο
- ενισχυμένη
- Ενισχυμένο
- πρησμένος
- προστέθηκε (στο)
- κλιμακωθείς
- υπερεκτιμημενο
- μεγιστοποιημένος
- ενθουσιασμένος
- συμπληρωματικός
- αύξησε
- συσσωρευμένος
- Συγκεντρώθηκε
- άνθισε
- συλλεγέν
- ανεπτυγμένη
- διασταλμένος
- Διατεταμένος
- επιμήκης
- ενισχυμένο
- φουσκωμένο
- πήδησε
- επιμήκης
- Μεγεθυσμένη
- παρατεταμένος
- παρατεταμένος
- αιχμηρό
- τεντωμένος
- ενισχυμένος
- ανατίναξε
- έπεσε (πάνω)
- συμπληρωμένο
- έβγαλε
- αναλυτικός
- Αυξημένο
- κλιμακωτός
- ενισχυμένο
- εκτοξεύθηκε
- υπερμεγέθης
Nearest Words of augmented
Definitions and Meaning of augmented in English
augmented (s)
added to or made greater in amount or number or strength
augmented (imp. & p. p.)
of Augment
FAQs About the word augmented
Ενισχυμένο
added to or made greater in amount or number or strengthof Augment
επιταχυνόμενος,ενισχυμένο,επεκταθεί,αυξημένος,μεγαλοποιημένος,ενισχυμένοι,κατασκευασμένος,σύνθετος,βελτιωμένο,διευρυμένο
μειωμένος,ελαττωμένος,συρρικνώθηκε,λιγότερο,μειωμένος,μειωμένη,μειώθηκε,συντομευμένος,συντομευμένο,συμπιεσμένος
augmentative => αυξητικό, augmentation => αύξηση, augmentable => επαυξημένος, augment => αυξάνω, augitic => αυγίτικος,