Greek Meaning of ratcheted (up)

κλιμακωτός

Other Greek words related to κλιμακωτός

Definitions and Meaning of ratcheted (up) in English

ratcheted (up)

No definition found for this word.

FAQs About the word ratcheted (up)

κλιμακωτός

αυξημένος,γεμάτος,προστέθηκε (στο),έπεσε (πάνω),επιταχυνόμενος,ενισχυμένοι,Ενισχυμένο,ενισχυμένο,κατασκευασμένος,σύνθετος

μειωμένος,ελαττωμένος,λιγότερο,μειωμένος,ελαχιστοποιημένος,μειωμένη,αφαιρείται (από),μειώθηκε,συντομευμένος,συντομευμένο

ratcheted (down) => Κρεμασμένο (κάτω), ratchet (up) => αυξάνω, ratchet (down) => καστάνια (κάτω), ratbag => αλήτης, rat snakes => Σπιτόφιδα,