Greek Meaning of ration (out)
δέσμευση (έξω)
Other Greek words related to δέσμευση (έξω)
Nearest Words of ration (out)
Definitions and Meaning of ration (out) in English
ration (out)
No definition found for this word.
FAQs About the word ration (out)
δέσμευση (έξω)
μερίδα (έξω),διανέμω,διανέμω,επιμένω (σε),διατηρώ,νοσοκόμα,τσίμπημα,διατηρώ,αραιός,τσιγκουνεύω (σε)
στοίβα,σπάταλος,χύνω,Βροχή,ντούζ
ratcheting (up) => αυξανόμενο, ratcheting (down) => τριγμός (προς τα κάτω), ratcheted (up) => κλιμακωτός, ratcheted (down) => Κρεμασμένο (κάτω), ratchet (up) => αυξάνω,