Greek Meaning of halved

μισός

Other Greek words related to μισός

Definitions and Meaning of halved in English

Webster

halved (imp. & p. p.)

of Halve

Webster

halved (a.)

Appearing as if one side, or one half, were cut away; dimidiate.

FAQs About the word halved

μισός

of Halve, Appearing as if one side, or one half, were cut away; dimidiate.

διχαλωτός,τεμαχισμένος στα δύο,σχισμένο,σχισμή,διχοτομημένος,αποσυνδεδεμένο,διαλυμένη,ανατομικός,αποσυνδεδεμένος,διαλυμένος

συναρμολογημένο,συνδεδεμένος,μικτός,συνδυασμένος,συνδεδεμένος,αναμεμιγμένα,μικτός,συσσωρευμένος,Επισυναπτόμενος,αναμεμειγμένο

halve => μισό, halvans => ημίτονος, haltingly => διστακτικά, halting => ανακοπή, halter-sack => σακίδιο πλάτης,