Greek Meaning of ramified
κλαδωτός
Other Greek words related to κλαδωτός
- διακοπτόμενος
- δυσλειτουργικός
- αποκομμένος
- αποσυνδεδεμένος
- Διασπασμένος
- διαιρεμένος
- Διαζευγμένος
- χωρισμένοι
- Επιλεγμένο
- αποκομμένος
- διαχωρίζω
- απομακρυσμένο
- σπασμένος
- διασπασμένος
- αποσπασμένος
- αποσυνδεδεμένο
- μακρινό
- πιο μακριά
- απομονωμένος
- Μη συνεχής
- μη συνδεδεμένος
- ανύδαχτος
- αυτόνομος
- Ξεχωριστά
- μακριά
- μακριά
- μακριά
- μακριά
- απομονώνω
- Μη γειτονικός
- απομακρυσμένος
- αφαιρέθηκε
- ξεχωριστό
- ανύπαντρος
- ανεξάρτητος
- μη συνεχόμενος
- Άσχετος
- όμορος
- παρακείμενος
- γειτονικός
- συνορεύων
- Συνεχής
- FLUSH
- κρόσσια
- άμεσος
- ένταξη
- κοντά
- γειτονικός
- συγκινητικός
- κατά προσέγγιση
- Επισυναπτόμενος
- συνοριακός
- κοντά
- Κοντινότερο
- συνδεδεμένος
- Πλευρικός
- προσχώρησε
- παρατεθειμένος
- συνδεδεμένος
- κοντά
- πλησιέστερος
- δίπλα
- νύχτα
- χαμηλότερα πατώματος
- ενωμένος
- συνομόρος
- συνδεόμενο
- επικοινωνία
- διασυνδεόμενος
Nearest Words of ramified
Definitions and Meaning of ramified in English
ramified (imp. & p. p.)
of Ramify
FAQs About the word ramified
κλαδωτός
of Ramify
διακοπτόμενος,δυσλειτουργικός,αποκομμένος,αποσυνδεδεμένος,Διασπασμένος,διαιρεμένος,Διαζευγμένος,χωρισμένοι,Επιλεγμένο,αποκομμένος
όμορος,παρακείμενος,γειτονικός,συνορεύων,Συνεχής,FLUSH,κρόσσια,άμεσος,ένταξη,κοντά
ramification => διακλάδωση, ramie => Κνίδη, rami => Ράμι, ramesses the great => Ραμσής ο Μέγας, ramesses ii => Ραμσής Β´,