Greek Meaning of ramified

κλαδωτός

Other Greek words related to κλαδωτός

Definitions and Meaning of ramified in English

Webster

ramified (imp. & p. p.)

of Ramify

FAQs About the word ramified

κλαδωτός

of Ramify

διακοπτόμενος,δυσλειτουργικός,αποκομμένος,αποσυνδεδεμένος,Διασπασμένος,διαιρεμένος,Διαζευγμένος,χωρισμένοι,Επιλεγμένο,αποκομμένος

όμορος,παρακείμενος,γειτονικός,συνορεύων,Συνεχής,FLUSH,κρόσσια,άμεσος,ένταξη,κοντά

ramification => διακλάδωση, ramie => Κνίδη, rami => Ράμι, ramesses the great => Ραμσής ο Μέγας, ramesses ii => Ραμσής Β´,