FAQs About the word fractionalized

κλασματικός

to break up into parts or sections

βαλκανοποιημένος,διαιρεμένος,κλασματικός,Διασπασμένος,διαχωρίζω,Ασύνδετος,φατριαστικός

ομόφωνα,αδιαίρετος,ενωμένος

fractionalize => κατακερματίζω, fractionalization => κατακερματισμός, fracases => αποτυχίες, foys => αγόρια, foyers => φουαγιέ,