Greek Meaning of dichotomized

διχοτομημένος

Other Greek words related to διχοτομημένος

Definitions and Meaning of dichotomized in English

Webster

dichotomized (imp. & p. p.)

of Dichotomize

FAQs About the word dichotomized

διχοτομημένος

of Dichotomize

διχαλωτός,τεμαχισμένος στα δύο,σχισμένο,σχισμή,αποσυνδεδεμένος,αποσυνδεδεμένο,δυσλειτουργικός,ανατομικός,αποσυνδεδεμένος,διαιρεμένος

συναρμολογημένο,συνδεδεμένος,μικτός,συνδυασμένος,συνδεδεμένος,αναμεμιγμένα,μικτός,συσσωρευμένος,Επισυναπτόμενος,αναμεμειγμένο

dichotomize => διχοτομίζω, dichotomization => διχοτόμηση, dichotomist => Δίχοτομος, dichotomise => διχοτομικός, dichotomisation => δικοτόμηση,