Greek Meaning of thinned

αραιωμένος

Other Greek words related to αραιωμένος

Definitions and Meaning of thinned in English

Wordnet

thinned (s)

mixed with water

Webster

thinned (imp. & p. p.)

of Thin

FAQs About the word thinned

αραιωμένος

mixed with waterof Thin

μικτός,Μολυσμένος,Αραίωση,αραιωμένο,μικτός,μολυσμένος,εξασθενημένος,Νοθευμένο,κράμα,συνδυασμένος

συμπυκνωμένος,φιλτραρισμένο,καλό,καθαρός,απλός,καθαρός,εκλεπτυσμένος,ίσιος,δυνατός,ατόφιος

thinly => λεπτός, thin-leaved stringybark => Ευγενόλη ο λεπτόφυλλος, thin-leaved bilberry => Κράνμπερυ με λεπτά φύλλα, thinking cap => Σκέψη καπέλο, thinking => σκέψη,