Greek Meaning of stupidly

stupidly

Other Greek words related to stupidly

Definitions and Meaning of stupidly in English

Wordnet

stupidly (r)

in a stupid manner

FAQs About the word stupidly

Definition not available

in a stupid manner

απλός,αργός,παχύς,Εγκεφαλικός θάνατος,ανόητος,τρελός,πυκνό,αχνός,νυσταγμένος,βαρετό

οξύς,κατάλληλος,φωτεινό,εξαιρετικό,Έξυπνος,γρήγορος,ευφυής,έξυπνος,απότομος,γνώση

stupendously => εκπληκτικό, stupendous => εκπληκτικός, stupefying => καταπληκτικός, stupefy => Επιπλήττω, stupefied => έκθαμβος,