Greek Meaning of asinine
γαϊδουρινό
Other Greek words related to γαϊδουρινό
- παράλογο
- τρελός
- τρελός
- τρελός
- ανόητος
- κούκος
- κουκκιδωτός
- ανοησυ
- παράλογος
- παράλογος
- σπασμωδικός
- παράξενος
- τρελός
- τρελός
- τρελός
- ανοησία
- τρελός
- γελοίο
- δακρύβρεχτος
- κλώνος
- ανόητος
- απλός
- αργός
- παράλογος
- παράλογος
- ανόητος
- τρελός
- Αδύναμος
- ασθενής
- περίεργος
- τρελός
- Τρελός
- αδέξιος
- στον κόσμο του
- απλοϊκός
- χλιαρός
- Εγκεφαλικός θάνατος
- γελοίος
- ηλίθιος
- γελοίος
- Άσχετος
- στραβός
- Τρελός
- πυκνό
- αχνός
- νυσταγμένος
- βαρετό
- Κάφρος
- πλανερός
- φαρσικός
- μισοβρασμένο
- ανοησία
- άκυρος
- παράξενος
- αστείος
- ανόητος
- μη ορθολογικός
- εννοιολογικός
- αδέξιος
- αμβλύ
- αδιαφανής
- βραδύς στο μυαλό
- μαλακός
- μαλακός στο μυαλό
- κουφός
- παχύς
- απρόσεκτος
- απρόσεκτος
- αβάσιμος
- προβληματικός
- κενός
- άμυαλος
- κουτός
- αερόμυαλος
Nearest Words of asinine
Definitions and Meaning of asinine in English
asinine (s)
extremely silly or stupid
asinine (a.)
Of or belonging to, or having the qualities of, the ass, as stupidity and obstinacy.
FAQs About the word asinine
γαϊδουρινό
extremely silly or stupidOf or belonging to, or having the qualities of, the ass, as stupidity and obstinacy.
παράλογο,τρελός,τρελός,τρελός,ανόητος,κούκος,κουκκιδωτός,ανοησυ,παράλογος,παράλογος
Έξυπνος,έξυπνος,συνετός,λογικός,συνετός,λογικός,λογικός,λογικός,ε разумный,έξυπνος
asinego => γαϊδούρι, asin => asin, asimov => Ασίμοφ, asimina triloba => Παπάγια η τριλοβή, asimina => Ασιμίνα,