Greek Meaning of screwball
κλώνος
Other Greek words related to κλώνος
- παράλογο
- τρελός
- τρελός
- τρελός
- τρελός
- τρελός
- τρελός
- γαϊδουρινό
- χλιαρός
- ανόητος
- στραβός
- Τρελός
- κούκος
- κουκκιδωτός
- μισοβρασμένο
- ανοησυ
- παράλογος
- σπασμωδικός
- παράξενος
- παράξενος
- τρελός
- ανοησία
- τρελός
- γελοίο
- δακρύβρεχτος
- ανόητος
- απλός
- αργός
- παράλογος
- παράλογος
- ανόητος
- τρελός
- Αδύναμος
- ασθενής
- περίεργος
- Τρελός
- αδέξιος
- στον κόσμο του
- απλοϊκός
- Εγκεφαλικός θάνατος
- γελοίος
- ηλίθιος
- γελοίος
- Άσχετος
- πυκνό
- αχνός
- νυσταγμένος
- βαρετό
- Κάφρος
- πλανερός
- φαρσικός
- ανοησία
- παράλογος
- άκυρος
- αστείος
- ανόητος
- μη ορθολογικός
- εννοιολογικός
- αδέξιος
- αμβλύ
- αδιαφανής
- βραδύς στο μυαλό
- μαλακός
- μαλακός στο μυαλό
- κουφός
- παχύς
- απρόσεκτος
- απρόσεκτος
- αβάσιμος
- προβληματικός
- κενός
- άμυαλος
- κουτός
- αερόμυαλος
Nearest Words of screwball
Definitions and Meaning of screwball in English
screwball (n)
a whimsically eccentric person
a pitch with reverse spin that curves toward the side of the plate from which it was thrown
screwball (s)
foolish; totally unsound
FAQs About the word screwball
κλώνος
a whimsically eccentric person, a pitch with reverse spin that curves toward the side of the plate from which it was thrown, foolish; totally unsound
παράλογο,τρελός,τρελός,τρελός,τρελός,τρελός,τρελός,γαϊδουρινό,χλιαρός,ανόητος
φωτεινό,Έξυπνος,έξυπνος,συνετός,λογικός,συνετός,λογικός,λογικός,ε разумный,έξυπνος
screw wrench => Γαλλικό κλειδί, screw up => μπέρδεμα, screw tree => Αγκαθιά, screw thread => Κλωστή, screw propeller => έλικα,