Greek Meaning of rambunctious

άτακτος

Other Greek words related to άτακτος

Definitions and Meaning of rambunctious in English

Wordnet

rambunctious (s)

noisy and lacking in restraint or discipline

FAQs About the word rambunctious

άτακτος

noisy and lacking in restraint or discipline

θορυβώδης,ζωηρός,θορυβώδης,θορυβώδης,ατίθαση,θορυβώδης,θορυβώδης,ανθρακούχος,καρναβάλι,ενθουσιώδης

Ήρεμος,συντεθειμένος,ευπρεπής,αξιοπρεπής,οργανωμένος,ειρηνικός,ήρεμος,κατάλληλος,ήσυχος,συγκρατημένος

rambouillet => Ραμπουιγιέ, rambotan => Ραμπουτάν, rambooze => Ραμπούζ, ramblingly => περιπλανώμενα, rambling => περιπλάνηση,