Greek Meaning of pieced

Τμηματικό

Other Greek words related to Τμηματικό

Definitions and Meaning of pieced in English

Webster

pieced (imp. & p. p.)

of Piece

FAQs About the word pieced

Τμηματικό

of Piece

συναρμολογημένο,κατασκευασμένο,έκανε,κατασκευασμένος,σχεδιασμένος,ανεγερθεί,καθιερωμένος,επινοημένος,κατασκευασμένος,组装

κατεδαφισμένο,κατεστραμμένος,αποσυναρμολογημένο,ακρωτηριασμένο,επίπεδο,Επίπεδο,επιπέδωσε,τριμμένο,κατεδαφισμένος,κατεστραμμένος

piece of writing => Απόσπασμα γραφής, piece of work => Κομμάτι εργασίας, piece of tail => κομμάτι ουράς, piece of paper => χαρτί, piece of music => Μουσικό κομμάτι,