Greek Meaning of retrofit
αναβάθμιση
Other Greek words related to αναβάθμιση
Nearest Words of retrofit
- retroduction => Αναγωγή
- retrocopulation => αναδρομική συνεύρεση
- retrocopulant => retrocopulant
- retrochoir => Πρεσβυτέριο
- retrocession => επαναχώρηση
- retrocedent => Αντασφαλιστής
- retrocede => υποχωρώ
- retrobulbar neuritis => Οπισθοβολβική νευρίτιδα
- retroactively => Αναδρομικά
- retroactive => αναδρομικός
- retroflection => Ρετροανακλάσεις
- retroflex => ανακλαστικός
- retroflexed => ρετροφλεκτικό
- retroflexion => αναδίπλωση
- retrofract => οπισθοκαμπτικός
- retrofracted => ανάκλαση προς τα πίσω
- retrogenerative => παλινδρομικός γενετικός
- retrogradation => Οπισθοδρόμηση
- retrograde => ανάδρομος
- retrograde amnesia => Ανάδρομη αμνησία
Definitions and Meaning of retrofit in English
retrofit (n)
a component or accessory added to something after it has been manufactured
the act of adding a component or accessory to something that did not have it when it was manufactured
retrofit (v)
provide with parts, devices, or equipment not available or in use at the time of the original manufacture
fit in or on an existing structure, such as an older house
substitute new or modernized parts or equipment for older ones
FAQs About the word retrofit
αναβάθμιση
a component or accessory added to something after it has been manufactured, the act of adding a component or accessory to something that did not have it when it
χτίζω,ανοικοδομώ,κατασκευή,φτιάχνω,επανασυναρμολογώ,ανακατασκευάζω,Ανασυγκρότηση,ξαναχτίζω,συναρμολογώ,κατασκευάζω
αποσυναρμολογώ,Αποσυναρμολογώ,διαμελίζω,καταρρίπτω,Απεργία,αφαιρώ,κατεδαφίζω,αποστερέω
retroduction => Αναγωγή, retrocopulation => αναδρομική συνεύρεση, retrocopulant => retrocopulant, retrochoir => Πρεσβυτέριο, retrocession => επαναχώρηση,