Greek Meaning of demount
αποστερέω
Other Greek words related to αποστερέω
Nearest Words of demount
Definitions and Meaning of demount in English
demount (v. i.)
To dismount.
FAQs About the word demount
αποστερέω
To dismount.
διαχωρίζω,αποσυναρμολογώ,αποσύνδεση,Αποσυναρμολογώ,αποβιβάζομαι,Απεργία,βλάβη,Αποσυνδέω,διαμελίζω,διαίρεση
συναρμολογώ,χτίζω,κατασκευή,συνδυάζω,όρθιος,γήπεδο,ενωθείτε
demotion => Υποβάθμιση, demoting => υποβιβάζοντας, demotics => δημοτική, demotic script => Δημοτική γραφή, demotic => δημοτικός,