Greek Meaning of knock-out

νοκ άουτ

Other Greek words related to νοκ άουτ

Definitions and Meaning of knock-out in English

FAQs About the word knock-out

νοκ άουτ

ελκυστικός,όμορφος,γοητευτικός,χαριτωμένος,καλός,Όμορφος,όμορφος,όμορφος,όμορφος,εκπληκτικός

κακός,δυσάρεστος,φοβερός,φάουλ,φρικτός,γκροτέσκο,αποτρόπαιος,οικιακός,φρικτός,ναυτία

knockout => Νοκ άουτ, knock-on effect => Αλυσιδωτή αντίδραση, knock-off => απομίμηση, knockoff => απομίμηση, knock-kneed => Γόνατα ραιβά προς τα μέσα,